Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Η σφαγή της Χίου - Υπερβολή ή πραγματικότητα;

Ο γνωστός πίνακας του Ευγένιου Ντελακρουά «Η Σφαγή της Χίου» (εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου), ζωντανεύει τη δραματική ιστορία της μαρτυρικής Χίου. Ο μεγαλύτερος ίσως ζωγράφος του Ρομαντισμού, σε μια ατμόσφαιρα αγωνίας και φρίκης, αναδεικνύει την τουρκική θηριωδία στην επαναστατημένη Ελλάδα. Αντανακλά όμως την πραγματικότητα; Ή πρόκειται απλώς για μια υπερβολική απεικόνιση του καλλιτέχνη, όπως υποστηρίζουν σύγχρονοι ακαδημαϊκοί, απόρροια του νεανικού του θαυμασμού για τον Μπάιρον και της ιδεολογικής του συμμετοχής στην Ελληνική Επανάσταση, όπως άλλωστε πολλοί νέοι της γενιάς του; Την απάντηση θα τη δώσουν οι ιστορικές πηγές. Κι αν δεχθούμε ότι στις ελληνικές και φιλελληνικές πήγες υπάρχουν ψήγματα υπερβολής, οι πηγές που προέρχονται από ανθρώπους φιλικά διακείμενους στην Οθωμανική εξουσία, όπως των Ευρωπαίων προξένων ή και των ίδιων των πρωταγωνιστών των σφαγών, δεν επιδέχονται καμίας αμφισβήτησης. Εκθέτοντας τα γεγονότα και τις μαρτυρίες, θα αποκαλυφθεί ότι η καλλιτεχνική πένα του Ευγένιου Ντελακρουά, είναι υποδεέστερη της πραγματικότητας.

Η Χίος δεν πήρε αμέσως μέρος στην Επανάσταση καθώς βρίσκεται πολύ κοντά στη Μικρασιατική ενδοχώρα, με αποτέλεσμα να φοβούνται πως κάθε απόπειρα εξέγερσης είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Το ίδιο ίσχυε και για τη Σάμο. Εκεί όμως κυριάρχησε η προσωπικότητα του Λυκούργου Λογοθέτη, παλαιού τοπικού άρχοντα και Φιλικού, ο οποίος επέβαλε την εξουσία του έναντι των άλλων τοπικών παραγόντων. Η επιτυχία της Επανάστασης στη Σάμο, καθώς και οι πιέσεις και οι βαρύτατες φορολογίες που είχε επιβάλει στους κατοίκους του νησιού ο νέος διοικητής Βαχίτ Πασάς, επηρέασε τους Χίους, με αποτέλεσμα να επικρατήσει επαναστατικός αναβρασμός σε μεγάλο τμήμα του νησιού. Ως εχέγγυα πίστης προς την τουρκική εξουσία, οι Χίοι έδωσαν ενενήντα ομήρους από τα πλέον διακεκριμένα μέλη της εκκλησιαστικής και πολιτικής τάξης, συμπεριλαμβανομένου του αρχιεπισκόπου Πλάτωνος. Ο τελευταίος, προσπάθησε να αποτρέψει τους Σαμίους να προχωρήσουν σε απερίσκεπτο εγχείρημα, που θα έβλαπτε τη Χίο, συνιστώντας περίσκεψη και σύνεση. Τελικά, αν και θεωρούσε την εξέγερση άκαιρη και ολέθρια, έμεινε με το ποίμνιό του και θυσιάστηκε εκουσίως.

Σύμφωνα με τον Ανδρέα Χ. Μάμουκα, πολλοί προύχοντες της Χίου, μετά από συνεννοήσεις με τη ελληνική βουλή, αποφάσισαν εκστρατεία για την απελευθέρωση του νησιού και το μόνο που έμενε ήταν να προσδιορίσουν το χρόνο. Λογικό, καθώς οι αντικειμενικές δυσκολίες ήταν πολλές και προτεραιότητα είχε η εδραίωση της Επανάστασης στην Πελοπόννησο και τη Στερεά. Αρχηγοί του επαναστατικού κινήματος ήταν ο Χιώτης Αντώνης Μπουρνιάς, παλαίμαχος του στρατού του Ναπολέοντα και ο Σάμιος Λυκούργος Λογοθέτης. Και οι δύο είχαν παλιότερα προσπαθήσει να ζητήσουν τη βοήθεια του Υψηλάντη για την απελευθέρωση του νησιού, αλλά ο Υψηλάντης και κυρίως ο Αναγνωστόπουλος, δεν συμφώνησαν λόγω των δυσχερειών του εγχειρήματος. Μάλιστα ο Υψηλάντης, σύμφωνα με τον Κουτσονίκα, έστειλε στις 21 Δεκεμβρίου 1821 επιστολή στον Λογοθέτη που του συνιστούσε: «Ησύχασε εις καμμίαν νήσον, έως να έλθη η ποθουμένη ώρα, και τότε βάλεις εις πράξιν τον πατριωτικόν πόθον σου». Ο Λυκούργος με επιστολή του συμφώνησε να αναβάλλει «εις ευτυχεστέραν περίστασιν την εκστρατείαν της Χίου». Ο Μπουρνιάς όμως δίνοντάς στον Λογοθέτη διαβεβαιώσεις για τη βοήθεια που θα είχε απ’ όλους τους Χιώτες και με σύμμαχό του το γεγονός ότι ο τουρκικός στόλος ήταν απασχολημένος στη δυτική Πελοπόννησο και στον Κορινθιακό, τον έπεισε να ξεκινήσουν την επιχείρηση. Έτσι, στις 10 Μαρτίου, χωρίς να ειδοποιήσουν την κυβέρνηση και τα άλλα νησιά, 2.500 περίπου πολεμιστές ξεκίνησαν από τη Σάμο για να πάρουν τη Χίο από τους Τούρκους. Ο λαός της Χίου τους δέχθηκε ως ελευθερωτές και τους ακολούθησε. Ατυχώς όμως ο λαός ήταν οπλισμένος με ραβδιά και σούβλες ενώ και από τους Σαμίους, λίγοι ήταν επαρκώς οπλισμένοι. Τούρκικα παλάτια και μέγαρα λεηλατήθηκαν και κάηκαν. Οι περισσότεροι από τους 3000 Τούρκους του νησιού πρόλαβαν και κλείσθηκαν στο κάστρο, για το οποίο δεν έγινε σοβαρή απόπειρα κατάληψής του από τους εξεγερμένους. Ο ναπολιτάνος πρεσβευτής στην Πόλη, Giovani Batista Navoni, σε αναφορά του στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του, μαρκήσιο De Cirello (20 Μαρτίου 1822), αναγνωρίζει ότι η συμπεριφορά του Λογοθέτη απέναντι στους Τούρκους αιχμαλώτους υπήρξε ανθρωπιστική.

Οι άρχοντες και οι εκκλησιαστικοί αρνήθηκαν να συμπράξουν με τους Σαμίους. Τους παρακάλεσαν να εκκενώσουν το νησί και να μην εξοργίζουν τους Μουσουλμάνους. Φοβούνταν επίσης για την τύχη των ομήρων που είχαν συλληφθεί και βρίσκονταν στη Κωνσταντινούπολη ή στα χέρια της τουρκικής διοίκησης του νησιού. Σύντομα άρχισαν να καταφθάνουν ειδήσεις για την άφιξη μεγάλης τουρκικής ναυτικής δύναμης. Τρόμος κατέλαβε τους Χίους αναλογιζόμενοι την τουρκική εκδίκηση. Για να τους αντιπαραταχθούνε ούτε λόγος. Η προχειρότητα της επιχείρησης ήταν εμφανής. Άρματα, μπαρούτι, κανόνια και ζωοτροφές δεν υπήρχαν. Οι πρόκριτοι του νησιού, δεν έδωσαν τα απαιτούμενα χρήματα για τον Αγώνα και φρόντιζαν μόνο πως θα σώσουν τον εαυτό τους. Σαν να μην έφταναν αυτά, άρχισαν και οι διαφωνίες μεταξύ Μπουρνιά και Λογοθέτη για την αρχηγία. Και οι δυο όμως συνειδητοποιούσαν ότι η Χίος θα ξανασκλωβωνόταν. Η μόνη τους φροντίδα πια ήταν να βρουν καράβια για να φύγουν από το νησί. Η καταστροφή δεν αργούσε. «Ήταν κρίμα», γράφει ο Καστάνης, «να βλέπεις μια κοινωνία εκατόν ογδόντα χιλιάδων ψυχών να κινδυνεύει από διακοσίους τολμητίες». Ο Μάμουκας αναφέρει: «Ημείς δεν αποθέσαμεν την ελπίδα εις τον Θεόν, αλλ’ αφήσαμεν την ελπίδα εις ανθρώπους, των οποίων αυτοψεί εβλέπομεν τας έριδας και ακαταστασίας, ανθρώπους, οίτινες και πριν ίδωσιν έτι ίχνος ή σκιάν της νίκης, εμάχοντο πώς να μοιρασθούν την Χίον, ποίος να γνωρισθή ηγεμών, και ποιος να ονομάζεται ο αρχιστράτηγος, ή χιλίαρχος...».

Στο μεταξύ ο σουλτάνος ξεκίνησε τα αντίποινα στην Πόλη. Διέταξε τον φόνο τριών ομήρων από τη Χίο, των προκρίτων Παντελή Ροδοκανάκη, Μιχαήλ Σκυλίτση και Θεόδ. Ράλλη καθώς και 60 εμπόρων που ήταν εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη. Κι έφτασε η αποφράδα ημέρα. 30 Μαρτίου, Μεγάλη Πέμπτη, ο αντιναύαρχος Καρά Αλής εμφανίζεται στις βόρειες ακτές της Χίου, με ισχυρότατο στόλο 34 πλοίων (46 κατά τον Κουτσονίκα). Ο βομβαρδισμός άρχισε. Από το φρούριο και τα πλοία, οι Τούρκοι με τη βοήθεια μηχανικών από τη Δύση, ξερνάγαν φωτιά με τα κανόνια τους εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Οι κάτοικοι σε κατάσταση αλλοφροσύνης κρύβονταν ή έσπευδαν να σωθούν. Είκοσι και περισσότεροι Τούρκοι που ελευθερώθηκαν από τους τάφους όπου είχαν κρυφτεί από τους Καθολικούς, εξαιτίας της οργής των Σαμίων, μπήκαν στο λεπροκομείο και έσφαξαν τους λεπρούς, προκαλώντας χείμαρρο αίματος. Που ήταν η ελληνική βοήθεια; Που ήταν τα υπόλοιπα νησιά να βοηθήσουν πριν αποβιβασθούν οι Οθωμανοί; Σίγουρα ήταν απασχολημένοι αλλού, δεν υπήρχε όμως διαθέσιμο ούτε ένα πλοίο; Ο Μάμουκας ανφέρει: «Ατυχώς, 40 σαμιακά πλοία ήταν αραγμένα στο Κοντάρι και το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης έφυγον όσον τάχιστα, μ’ όσους επρόφθασαν να λάβουν εντοπίους τους, μη θελήσαντες να δεχθούν κανέναν Χίον, μαζί τους». Και συνεχίζει: «Έτσι οι Τούρκοι εξήλθον το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου επληθύνθησαν. Η χώρα ήταν ήδη υπό την εξουσίαν τους. Άρχισαν να λεηλατούν πρώτον τα σπίτια της Χώρας, έπαιρναν ό,τι τους άρεσε και έπειτα έκαιαν τα σπίτια. Αποτεφρώθηκε και η ωραία Βιβλιοθήκη του σχολείου με όλην την οικοδομήν. Στη συνέχεια προχώρησαν στον Κάμπον. Όσους Χίους συναντούσαν τους σκότωναν. Έσφαζαν, έκαιαν, λεηλατούσαν τα πάντα. Γέροντες, άνδρες, γυναίκες θανατώνονταν, νέοι από 15 χρόνων και άνω, βρέφη αποσπώμενα από τας αγκάλας των μητέρων τους, άλλα ερίπτοντο εις την θάλασσαν, άλλα εις τα όρη. Όσοι ενόμισαν, ως τέλος των δεινών τους, την προσκύνησιν των Τούρκων, έλαβον αξιοθρήνητον τέλος. Νέοι από 20 έως 28 χρόνων, χείρα με χείρα δεμένοι, εσχημάτιζον ορμαθούς, έχοντες προ του θανάτου εζωγραφισμένον εις το πρόσωπον τον θάνατον. Οι οιμωγές τους έκαναν ν’ αντηχή ο τόπος. Υπέρ τον έναν μήνα συνεχίσθηκε αυτό. Από όσους συνελάμβαναν άλλους τους έσφαζαν αμέσως και τους έκαιαν μετά τη σφαγή. Σε όποιον δρόμο κι αν εβάδιζεν κανείς σπανίως έβλεπε δύο λεπτών διάστημα κενόν, χωρίς να απαντήση πτώματα το εν μετά το άλλο. Κατά το νότιον μέρος της πόλεως δεν έμεινεν δρόμος κενός χωρίς νεκρούς, σπάνιες οικίες που να μην είχαν καεί, μέρος απότιστον από αίμα. Στους ανθρώπους των Μαστιχοχωρίων έδειξαν οι Τούρκοι σκόπιμη ημερότητα, για να τους προδίδουν όσους κατέφευγαν στα μέρη τους».

Ο Oλλανδός πρόξενος στη Χίο Pasqua, στο ημερολόγιό του που βρίσκεται στα αρχεία του Oλλανδικού υπουργείου Εξωτερικών, περιγράφει τις φρικαλέες σκηνές και τη μεγάλη σφαγή του άμαχου πληθυσμού της νήσου: «Δεν βλέπεις τίποτε άλλο από φωτιά και καταστροφή και βάρκες του οθωμανικού στόλου φορτωμένες λάφυρα, σκλάβους, παιδιά, βόδια, κατσίκες, μουλάρια. Το θέαμα προκαλεί οίκτο και μελαγχολία…».

Αρκετές χιλιάδες Χίοι κατέφυγαν στα παράλια περιμένοντας την άφιξη φιλικών σκαφών που δεν εμφανίστηκαν όμως. Μερικοί ήταν σφαγμένοι στην ξηρά, άλλοι στο νερό όπου πνίγηκαν ή σουβλίστηκαν, βάφοντας το κύμα πορφυρό. Οι Εβραίοι βοηθούν τους Τούρκους στην ανακάλυψη και στη σφαγή των αθώων Χίων. Στην ακροθαλασσιά ανακαλύπτονταν πολλοί φυγάδες να κείτονται πολλές ημέρες βυθισμένοι εν μέρει στο νερό. Η τυχαία άφιξη του Έλληνα ναυάρχου Τομπάζη συνέβαλε στη διάσωση πολλών ψυχών.

Ο Καρά Αλής σχεδίασε τότε ένα, σατανικό θα λέγαμε, τέχνασμα. Συγκάλεσε τους Ευρωπαίους προξένους και τους παρακάλεσε να αναγγείλουν δημοσία την κατάπαυση της σφαγής όλων των Χίων, λέγοντάς τους να τους προσκαλέσουν να βγουν από τους κρυψώνες τους, να επιστρέψουν στην πόλη και στα χωριά τους. Οι πρόξενοι δέχθηκαν το προδοτικό έργο και σηκώνοντας τις σημαίες τους περιφέρονταν σε ολόκληρο το νησί σε κάθε σπήλαιο και βράχο, κάθε βουνό και κάθε απόκρημνο μέρος και σάλπισαν την ευσπλαχνία των Μουσουλμάνων. Οι δυστυχείς Χίοι άφηναν τους κρυψώνες τους χαροποιημένοι από την ψεύτικη ελπίδα ότι θα σώζονταν από τη σφαγή. Μ’ αυτή την εμπιστοσύνη όλοι οι πρόσφυγες εκτός από εκείνους που ήταν στα βόρεια του νησιού, έστειλαν επτακόσιους προύχοντες να πέσουν στα πόδια του Καρά Αλή, ελπίζοντας ότι το έργο της σφαγής θα σταματούσε εκεί. Αλλά την ίδια νύχτα ο ναύαρχος κρέμασε και τους επτακόσιους προύχοντες στα κατάρτια του στόλου και εξαπέλυσε 10.000 ένοπλους Τούρκους με την εντολή να κατασφάξουν όλους τους Έλληνες των χωριών που ζούσαν ακόμη. Την Κυριακή του Πάσχα προχώρησαν προς το μοναστήρι του Αγίου Μηνά, όπου κατέσφαξαν και πυρπόλησαν πέντε χιλιάδες Χίους. Η βυζαντινή Νέα Μονή, κτισμένη από τον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο, έγινε ο τάφος δύο χιλιάδων τριακοσίων Χριστιανών. Ο περικαλλής εκείνος ναός κάηκε και οι θησαυροί του λεηλατήθηκαν.

«Μέσα στο φρούριο, η μοχθηρή Υψηλότης, ο πασάς, περίμενε την επιστροφή των συμμοριών των επιδρομέων. Οι αξιωματικοί τήρησαν την αυστηρή διαδικασία, να διαβιβάσουν στον σουλτάνο δείγματα της καταστρεπτικής τους φιλοπονίας. Δόθηκε επιχορήγηση για τα κεφάλια που θα έκοβαν και κάθε γραφέας κατέγραφε στο ημερολόγιο της τυραννίας, κατά τη συνήθεια. Για να προλάβουν την απάτη, έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς... Τα θύματα διατάζονταν να γονατίσουν. Γονατίζοντας ο κάθε μάρτυρας αναφωνούσε: “Μνήσθητί μου, Κύριε”! Ενώ αυτός έλεγε αυτά τα λόγια, το γιαταγάνι έπεφτε επάνω στον λαιμό του, αποκόπτοντάς τον μ’ ένα κτύπημα τόσο ξαφνικό, ώστε η γλώσσα εξακολουθούσε να κινείται…». Για τα φορτία από κεφάλια και αφτιά ο Άγγλος πρεσβευτής Strangford ενημέρωσε το υπουργείο Εξωτερικών στο Λονδίνο, ότι στην Πύλη του Σεραγιού έγινε έκθεση με κομμένα κεφάλια και άλλα τρόπαια.

Στις 7 Απριλίου σημειώνει ο Ολλανδός πρόξενος στο ημερολόγιό του: «Η φωτιά και η τυραννία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο… το μεσημέρι (22 Απριλίου) οι Τούρκοι έβγαλαν από το δεσμωτήριο τον δεσπότη, τους προεστούς και όλους τους φυλακισμένους, που βρίσκονταν έγκλειστοι ως όμηροι στο φρούριο. Τους γύμνωσαν ολότελα και τους κρέμασαν, πάνω από εκατό, τον έναν πλάι στον άλλο, σαν αρνιά. Μόνο του δεσπότη άφησαν το καλυμμαύχι. Το θέμα προκάλεσε φρίκη και οίκτο. Είναι σπαρακτικό να βλέπεις τον άνθρωπο γυμνό. Από τη ναυαρχίδα του Καπουδάν Πασά έπεσε μια κανονιά. Την ίδια στιγμή φάνηκαν σε κάθε καράβι του στόλου κορβέτα, μπριγιαντίνη, σκούνα, μπομπάρδα, τρεις κρεμασμένοι από το μπαστούνι του φλόκου. Πάνω από ογδόντα και δεν μπορέσαμε να τους διακρίνουμε όλους…». Οι Εβραίοι προθυμοποιήθηκαν να σύρουν τα πτώματα στη θάλασσα με κάθε περιφρόνηση. Και ο Ολλανδός πρόξενος συνεχίζει: «Τα τουρκικά στρατεύματα καίνε, σκλαβώνουν, σφάζουν. Φρίκη επικρατεί στην πόλη. Σπαραγμός στην ύπαιθρο. Οι δρόμοι γεμάτοι πτώματα. Η εντολή του πασά είναι να μην αφήσουν Έλληνα ζωντανό, να σκλαβώσουν τις γυναίκες και τα παιδιά και να λαφυραγωγήσουν τον τόπο…». Ακόμη και η φιλοτουρκική γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης, «Spectateur Oriental», δίνει με δημοσίευμά της την περίοδο αυτή μία παραστατική εικόνα της καταστροφής: «Η Χίος είναι χαλάσματα και στάχτες. Ο αέρας είναι μολυσμένος από τη δυσωδία που αναδίδουν τα σαπισμένα πτώματα ανθρώπων και ζώων…». Η γερμανική εφημερίδα «Allgemeine Zeitung» δημοσιεύει την πληροφορία ότι, «… παιδιά κάτω των επτά χρόνων, ακατάλληλα για το παζάρι, δένονταν μαζί και ρίχνονταν στη θάλασσα…».

Παραστατική εικόνα της σφαγής, της λεηλασίας και της καταστροφής δίνει ο πρωτεργάτης του ολέθρου του νησιού, Βαχίτ Πασάς στα απομνημονεύματά του: «… Η φρουρά μας επέπεσε κατά των άπιστων γκιαούρηδων, των οποίων τους μεν ενήλικους επέρασαν γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν ελεηλάτησαν… τας ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσεν ποταμηδόν… Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα επλουτίσθησαν συν Θεώ αγίω, διά της νομίμου λείας, λαβόντες άπειρα λάφυρα κινητά ωσαύτως και σκλάβους και σκλάβας ωραίας διά στολισμόν των χαρεμίων των…».

Ο Γάλλος διπλωμάτης και ιστορικός Πουκεβίλ, υπολογίζει σε 40.000 αυτούς που πουλήθηκαν ως σκλάβοι στα μπεζεστένια της Σμύρνης. Μάλιστα τέτοια ήταν η μεγάλη προσφορά που προκλήθηκε πτώση τιμών! Σύμφωνα με ανταπόκριση από τη Σμύρνη στην εφημερίδα «Morning Chronicle» του Λονδίνου (29 Ιουνίου 1822) «οι Τούρκοι πουλούσαν Ελληνίδες σε εξευτελιστικές τιμές, από 10 ως 40 και 60 γρόσια». Ο γενικός πρόξενος της Νάπολης στη Σμύρνη, Antonio Girardi, σε αναφορά του στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του (2 Ιουνίου 1822) γράφει: «Η πόλη της Χίου είναι σχεδόν στάχτες. Μόνο τα προξενεία σώθηκαν και μερικά σπίτια Ευρωπαίων. Την ίδια τύχη είχαν τα περισσότερα χωριά. Ελάχιστοι άνδρες γλίτωσαν. Τα γυναικόπαιδα σκλαβώθηκαν. Μεγάλος αριθμός μεταφέρθηκε στην Ασία. Πουλήθηκαν αμέσως και χάθηκαν στο εσωτερικό…». Ο Άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry σε αναφορά του προς τη Levant Company σημειώνει: «Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα». Ενώ η γαλλική εφημερίδα «Courrier Francais», στο φύλλο της 10 Ιουλίου 1822, γράφει: «Βλέπεις φανατικούς μουσουλμάνους να τρέχουν ομαδικά, να αγοράζουν 30 γρόσια το θύμα τους και να το σφάζουν αμέσως για να κερδίσουν σπουδαία θέση στους Ουρανούς… Χιλιάδες γυναίκες, κορίτσια και αγόρια πουλιούνται κάθε μέρα στο παζάρι. Πολλά από αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα αυτοκτόνησαν κατά τη μεταφορά. Βλέπεις γυναίκες να μη δέχονται τροφή, μ' όλο που μαστιγώνονται, για να πεθάνουν από την πείνα…».

Βεβαίως οι Τούρκοι δεν έμειναν ατιμώρητοι για τα εγκλήματά τους. Πανώλη ενέσκηψε και ορισμένα ζώα έγιναν ιδιαιτέρως επιθετικά, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα. Εβραίοι και Αρμένιοι βοηθούν τους Τούρκους για να εξολοθρεύσουν τα ενοχλητικά ζώα. Γέμισε η Χίος από ποντικούς και γάτες που τρέφονταν από τα πτώματα. Και ο ίδιος ο καρά Αλής δεν έμεινε ατιμώρητος. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας στις 6-7 Ιουνίου 1822 εκδικήθηκε την καταστροφή της Χίου, γεγονός όμως που όξυνε την εκδικητικότητα των Τούρκων, αφού έσυραν εννιακόσιους φυλακισμένους από τις υπόγειες φυλακές του φρουρίου και τους θανάτωσαν. Άξιοι δάσκαλοι των ναζιστών οι Τούρκοι!!!

Το νησί ήταν πια ένας σωρός ερειπίων. Η λεηλασία, οι εμπρησμοί, οι σφαγές και η αιχμαλωσία των κατοίκων αφάνισαν κυριολεκτικά ένα νησί, που έσφυζε από ζωή. Από έναν πληθυσμό εκατόν τριάντα έως εκατόν πενήντα χιλιάδων κατοίκων, έμειναν στη Χίο λιγότεροι από δύο χιλιάδες. Η συμφορά της συγκίνησε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και έγινε αφορμή να πυκνωθεί το υπέρ της Ελλάδος φιλελληνικό ρεύμα. Πλήθος περιηγητών, που επισκέφθηκαν τη Χίο μετά την καταστροφή, μας δίνουν συγκλονιστικές περιγραφές. Δε νομίζω ότι χρειάζονται άλλες αποδείξεις για να φανεί η μωρότητα αυτών που χαρακτηρίζουν το έργο του Ντελακρουά υπερβολή.

Όμως η ιστορία του νησιού μέσα στο χρόνο δε σταματά. H Xίος, η ποτισμένη με αίμα ηρώων και μαρτύρων ζει. Γνώρισε το ζυγό πολλών κατακτητών αλλά συνεχίζει την ταραχώδη πορεία της στον χώρο του Αιγαίου, θυμίζοντάς μας την ηρωική θυσία των κατοίκων της για τη λευτεριά της Ελλάδος.


*
Πηγή για τις μαρτυρίες των ξένων, άρθρο από το Παρόν της Κυριακής, με ημ. 24.06.2007

Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Η εθνική παιδεία στο στόχαστρο

Οι αναθεωρητές της ιστορίας προτάσσουν την ανάγκη για συμφιλίωση των βαλκανικών λαών, παραλείποντας ιστορικά γεγονότα και μαρτυρίες ή έστω λειαίνοντας αυτά που μπορούν να προκαλέσουν το μίσος μεταξύ των λαών. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας συγκαταλέγεται και το «περίφημο» βιβλίο της ΣΤ’ δημοτικού της Κας Ρεπούση. Η δήλωσή της «όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει και το μέλλον», δείχνει με σαφήνεια τον πραγματικό της στόχο. Δεν είναι όμως μόνη της. Κατά καιρούς έχουν εκφράσει παρόμοιες απόψεις και ακαδημαϊκοί καθηγητές όπως η Χριστίνα Κουλούρη, ο Δ. Καστρίτης και ο Θ. Βερέμης.

Θα αναφερθώ στις απόψεις του κ. Βερέμη καθώς κατέχει και ανώτατη θεσμική θέση ως πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας! Ο πολιτικός του προϊστάμενός που τον κρατάει ακόμα σ’ αυτή τη θέση, ίσως χρήζει ψυχιατρικής παρακολούθησης, καθώς οι απόψεις του είναι διαμετρικά αντίθετες από αυτές που η πολιτεία του έχει αναθέσει, ως προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Το 1996 σε επερώτηση στη Βουλή των Ελλήνων του τέως βουλευτή και νυν νομάρχη Δράμας κ. Κωνσταντίνου Ευμοιρίδη, μεταξύ άλλων σημειώνονται και τα εξής: «ο κ. Βερέμης προλόγισε και έγραψε άρθρο και εξέδωσε σε ανατύπωση μέσω του ιδρύματος ΕΛ.Ι.ΑΜ.Ε.Π., με κρατική επιχορήγηση, το έργο NATIONALISM & NATIONALITY, που διέθεσε σε ιδρύματα, οργανισμούς και πρεσβείες και στο οποίο υποστηρίζει ότι:
1. Η ιδέα του έθνους είναι ανύπαρκτη και αποτελεί φανταστικό κατασκεύασμα.
2. Το σημερινό ελληνικό έθνος είναι αντικειμενικά ανύπαρκτο και δημιούργημα διανοουμένων.
3. Αποτελεί εθνικιστική προσπάθεια η χρήση της γλώσσας και της θρησκείας.
4. Όταν έγινε η προσάρτηση της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος, εκατοικείτο κατά πλειοψηφία από Ελληνόφωνους και όχι από Έλληνες.»

Ο κ. Βερέμης είναι γνωστός για τις ιδιαίτερες ευαισθησίες στις θεωρίες του ελληνοτουρκισμού. Στην παρουσίαση του αγγλόγλωσσου έργου Greeks and Turks in War and Peace, (έκδοση Athens News), στο βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης τον Ιούνιο του 2007, ομιλητής ήταν και ο κ. Βερέμης. Σε ερώτηση του Αριστείδη Δ. Καρατζά (Αντιπροέδρου Δ.Σ., Ελληνοαμερικανικής Ενώσεως), για ποιόν λόγο δεν γίνεται καμία αναφορά στο κεφάλαιο του βιβλίου υπό τον τίτλο “Περίοδος Συγκρούσεως 1912-1922” στις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας, ο Κ. Βερέμης απάντησε: «δεν έγιναν γενοκτονίες… βιαιοπραγίες έγιναν πολλές, αλλά όχι γενοκτονίες… Αν έγιναν γενοκτονίες, έγιναν από μέρους των Ελλήνων κατά την Επανάσταση του 1821…δε γνωρίζεις για την σφαγή των Τούρκων στην Τριπολιτζά;»!!!

Θα συμφωνήσω με τον κ. Καρατζά ότι βιαιοπραγίες έγιναν και γίνονται σχεδόν παντού, ιδιαίτερα στο πλαίσιο πολέμων, επαναστάσεων και σε περιστάσεις που καταρρέουν οι εθνικές ή οι κοινωνικές ισορροπίες. Η γενοκτονία όμως είναι έγκλημα εκ προμελέτης, που αποσκοπεί στην εξάλειψη εθνικών ή θρησκευτικών ομάδων. Το κίνημα των Νεότουρκων σχεδίασε μία σειρά από γενοκτονίες, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων της Ιωνίας και του Πόντου και τις εκτέλεσε όταν πήρε τον έλεγχο της εξουσίας. Δεν είναι δυνατό λοιπόν οι σημερινές τουρκικές κυβερνήσεις και οι κάθε είδους θιασώτες τους να παραδεχθούν το γεγονός των γενοκτονιών, γιατί τότε παραδέχονται ότι η Κεμαλική δημοκρατία και οι διάδοχές της κυβερνήσεις έχουν τα θεμέλια τους στην σχεδιασμένη εξολόθρευση μειονοτήτων. Άλλωστε οι γενοκτονίες που διέπραξαν οι Κεμαλιστές δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο στη ψυχοσύνθεσή τους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ένα απέραντο πεδίο σφαγών και εκτοπίσεων των κατακτημένων χριστιανικών λαών. Σε λίγες μέρες μάλιστα (30 Μαρτίου) είναι και η επέτειος μνήμης της καταστροφής της Χίου και της σφαγής των κατοίκων της. Υπολογίζεται ότι μέχρι τα μέσα Απριλίου, από τους 117.000 χριστιανούς κατοίκους του νησιού, 42.000 σφαγιάστηκαν, 50.000 πιάστηκαν αιχμάλωτοι και μόλις 23.000 κατάφεραν να διαφύγουν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αν αυτή η φρικαλεότητα των Τούρκων δεν είναι σχέδιο εξόντωσης, τότε τι είναι; Σύμφωνα με τους προοδευτικούς ιστορικούς μας, στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας τέτοια γεγονότα πρέπει να απαλείφονται. Ποιος Έλληνας όμως και κυρίως Χιώτης, μπορεί να ξεχάσει γεγονότα που συνέβησαν στους παππούδες των παππούδων μας, οπότε και εξελικτικά μας επηρεάζουν;

Δε ξέρω σε πόσα σχολεία οι δάσκαλοι θα κάνουν έστω και μια αναφορά (οι εκδηλώσεις αποκλείονται), εμείς όμως τη Δευτέρα 30 Μαρτίου θα αναφερθούμε σε ειδικό άρθρο για τη σφαγή της Χίου. Αυτό πρέπει να είναι το όπλο μας. Όταν ο κάθε ένας από εμάς αντιδρά ενεργώς στις εθνικώς απαράδεκτες ανακρίβειες που καταχωρίζονται σε άρθρα και συγγράμματα, για χάρη δήθεν της συμφιλίωσης των λαών της βαλκανικής, τότε οι πρωταγωνιστές αυτής της τακτικής θα το σκέπτονται πριν προβούν σε παρόμοιες πράξεις. Όσο για τους πολιτικούς μας, και μόνο η σκέψη ότι έχουν διορίσει «πατριώτες» όπως τον κ. Βερέμη να πληρώνονται και να αποφασίζουν για την παιδεία από τη θέση που βρίσκονται…θα έπρεπε να μας προκαλεί τρόμο. Ως Έλληνες αξίζουμε και πρέπει να απαιτήσουμε σοβαρότερους ανθρώπους στο τιμόνι της παιδείας.


Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

25η Μαρτίου 1821 - Απάντηση στους παραχαράκτες της Ιστορίας

Στην Ελλάδα της εποχής της παγκοσμιοποίησης, έχει διαμορφωθεί μια τάση από ορισμένους ιστορικούς, να αμφισβητούν τη συμβολή της εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821 ενώ παράλληλα υποστηρίζουν ότι ήταν περισσότερο κοινωνική επανάσταση, ενάντια στο θεσμό του Σουλτάνου και των κοτζαμπάσηδων. Ότι οι Έλληνες δηλαδή, δε ξεσηκώθηκαν στο όνομα των προγόνων και της θρησκείας τους ζητώντας την εθνική τους ελευθερία. Η αλήθεια είναι ότι σίγουρα υπήρχαν Έλληνες, κληρικοί και μη, που είτε για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους είτε γιατί φοβούνταν την αποτυχία μιας επαναστάσεως, δεν μπήκαν αμέσως στον Αγώνα ή προσπάθησαν ακόμα και να τον ματαιώσουν. Αυτοί οι λίγοι όμως, δε μπορούν να αμαυρώσουν την εικόνα των πολλών Ελλήνων, όπου άλλοι φτωχοί και ρακένδυτοι και άλλοι πλούσιοι και επιφανείς, ρίχτηκαν στον αγώνα για τη λευτεριά του Ελληνικού έθνους. Απέναντί τους, o Τούρκος τύραννος που για σχεδόν 4 αιώνες καταρράκωνε την αξιοπρέπειά του Έλληνα. Όμως του Έλληνος ο τράχηλος, ζυγόν δεν υπομένει και αποφάσισε ο ραγιάς να πάρει την τύχη του στα χέρια του. Γιατί συνειδητοποίησε ότι η λευτεριά δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται με αίμα και θυσίες. Δεν φοβήθηκε ότι ο Τούρκος ήταν απείρως πιο δυνατός και καλύτερα εξοπλισμένος. Έβαλε τον σταυρό του και ξεκίνησε...

Ας αφήσουμε όμως τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης να απαντήσουν στους προοδευτικούς ιστορικούς μας. Για την απόφαση των Ελλήνων να απελευθερωθούν, ο Κολοκοτρώνης εξομολογείται:
«Όταν αποφασίσαμε να κάνουμε την επανάσταση δεν συλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι βαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε : Που πάτε ωρέ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα και με το τίποτα, αλλά ως μια βροχή έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας και όλοι και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι μικροί και μεγάλοι, όλοι συμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».
Και συνεχίζει σ΄ άλλο σημείο : «Η επανάστασις η εδική μας δεν ομοιάζει με καμμιάν απ΄ όσες γίνονται σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης οι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο ειδικός μας πόλεμος ήταν ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος, ήτον με έναν λαόν, όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθεί ως τοιτούτος, ούτε να ορκισθεί, παρά μόνο ό,τι έκαμε με τη βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήσει τον ελληνικόν λαον ως λαόν, αλλ΄ ως σκλάβους. Μιαν φοράν, όταν επήραμε το Ναύπλιο, ήλθε ο Άμιλτον να με ιδεί. Μου είπε: « Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν συμβιβασμό και η Αγγλία να μεσιτεύσει». Εγώ του αποκρίθηκα, ότι: «Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάντος. Εμείς, καπετάν Άμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους. Άλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί εις γενεάς. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα». Με είπε: «Ποια είναι η βασιλική φρουρά του, ποια είναι τα φρούρια;» -« Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι λεγόμενοι Κλέφται, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά». Έτσι δεν με ομίλησε πλέον.»

Στην συνομιλία του Κολοκοτρώνη με τον Άμιλτον, φαίνεται ξεκάθαρα ότι παρά τους 4 αιώνες τουρκικού ζυγού, οι Έλληνες είχαν επίγνωση της ιστορικής τους συνέχειας. Ο Μακρυγιάννης έγραψε για τους προγόνους μας: «Ολοι οι προκομένοι άνδρες των παλαιών Ελλήνων, οι γονέγοι όλης της ανθρωπότητας-ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοσθένης και οι υπόλοιποι-Πατέρες γενικώς της ανθρωπότητας-κόπιαζαν και βασανίζονταν νύχτα και ημέρα, με αρετή και ειλικρίνεια, με καθαρόν ενθουσιασμόν να φωτίσουνε την ανθρωπότητα και να την αναστήσουν-να χει αρετή και φώτα, γενναιότητα και πατριωτισμόν».
Ο ίδιος ο Μακρυγιάννης παρομοιάζει τον Αθανάσιο Διάκο με τον αρχαίο Λεωνίδα και τους αγώνες των συγχρόνων του ως συνέχεια των αρχαίων:
«Ο Αθανάσιος Διάκος και τα παλληκάρια του έλιωσαν πάνω στο γιοφύρι της Αλαμάνας πολεμώντας με τόσο πλήθος Τούρκων. Ο περίφημος γενναίος Διάκος, αφού τέλειωσε τον Τζεμπιχανέ, καταπληγωμένον και σκοτωμένον τον άλαβαν ζωντανόν οι Τούρκοι και τον παλούκωσαν. Στη θέση οπού επέθανες εσύ, Λεωνίδα, με τους τριακόσιους σου πέθαναν και για την θρησκεία και την πατρίδα!»


Προκήρυξη Αλέξανδρου Υψηλάντη

Η ώρα ήλθεν, ώ άνδρες Έλληνες! Oι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι. oι Σέρβοι, oι Σουλιώται, καί όλη η Ήπειρος οπλοφορούντες μας περιμένουν. ας ενωθώμεν λοιπόν με ενθουσιασμόν! Η Πατρίς μας προσκαλεί!
Η Ευρώπη προσηλόνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί διά την ακινησίαν μας ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τα όρη της Ελλάδος από τον ήχον της πολεμικής μας σάλπιγγος και αι κοιλάδες από την τρομεράν κλαγγήν των αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάσει τας ανδραγαθίας μας oι δέ τύραννοι ημών τρέμοντες και ωχροί θέλουσι φύγη απ' έμπροσθέν μας.
Oι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης ασχολούνται εις την απόλαυσιν της ιδίας ευδαιμονίας και πλήρεις ευγνωμοσύνης διά τας προς αυτούς των προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος.
Ημείς φαινόμενοι άξιoι της προπατορικής αρετής καί του παρόντος αιώνος είμεθα ευέλπιδες, να επιτύχωμεν την υπεράσπισιν αυτών και εις βοήθειαν πολλοί εκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν έλθη, διά να συναγωνισθώσι με ημάς. Κινηθείτε, ώ φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας! Θέλετε ιδή και εξ αυτών των εχθρών μας πολλούς οίτινες παρακινούμενοι από την δικαίαν μας αιτίαν, να στρέψωσι τα νώτα προς τον εχθρόν και να ενωθώσι με ημάς. ας παρρησιασθώσι με ειλικρινές φρόνιμα, η Πατρίς θέλει τους εγκολπωθή! Ποίος λοιπόν εμποδίζει τους ανδρικούς σας βραχίονας; Ο άνανδρος εχθρός μας είναι ασθενής και αδύνατος. Oι στρατηγοί μας έμπειροι, και όλοι oι ομογενείς γέμουσιν ενθουσιασμού! Ενωθήτε λοιπόν, oι ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες! Ας σχηματισθώσι φάλαγγες εθνικαί, ας εμφανισθώσι πατριωτικαί λεγεώνες, και θέλετε ιδή τους παλαιούς εκείνους κολοσσούς του δεσποτισμού να πέσωσιν εξ ιδίων, απέναντι των θριαμβευτικών μας σημαιών. Εις την φωνήν της σάλπιγγός μας όλα τα παράλια του loνίoυ και Αιγαίoυ πελάγους θέλουσιν αντηχήση. τα ελληνικά πλοία, τα οποία εν καιρώ είρήνης ήξευραν να εμπορεύωνται και να πολεμώσι, θέλουσι σπείρη εις όλους τους λιμένας του τυράννου με το πυρ και την μαχαίραν την φρίκην και τον θάνατον.
Ποία ελληνική ψυχή θέλει αδιαφορήση εις την πρόσκλησιν της Πατρίδος; Εις την Ρώμην ένας του Καίσαρος φίλος σείων την αιματωμένην χλαμύδα του τυράννου εγείρει τον λαόν. Tι θέλετε κάμη σεις ώ Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τας πληγάς της και με διακεκομμένην φωνήν επικαλείται την βοήθειαν των τέκνων της; Η θεία πρόνοια, ώ φίλοι συμπατριώται, εύσπλαγχνισθείσα πλέον τας δυστυχίας μας ηυδόκησεν ούτω τα πράγματα, ώστε μέ μικρόν κόπον θέλομεν απολαύση με την ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν. Αν λοιπόν από αξιόμεμπτον αβελτηρίαν αδιαφορήσωμεν, ο τύραννος γενόμενος αγριώτερος θέλει πολλαπλασιάση τα δεινά μας, και θέλομεν καταντήση διά παντός το δυστυχέστερον πάντων των εθνών. Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ώ συμπατριώται! και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν. ίδετε εδώ τους ναούς καπατημένους. εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα, διά χρήσιν αναιδεστάτην της αναιδούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας. τους οίκους μας γεγυμνωμένους. τους αγρούς μας λεηλατισμένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα.
Eίναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν τήν Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέλινον, δια να υψώσωμεν το σημείον δι' ού πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών καιαφρόνησιν.
Μεταξύ ημών ευγενέστερος είναι, ος τις ανδρειωτέρως υπερασπισθή τα δίκαια της Πατρίδος και ωφελιμωτέρως την δουλεύσει. Το έθνος συναθροιζόμενον θέλει εκλέξη τους δημογέροντάς του, και εις την ύψιστον ταύτην βουλήν θέλουσιν υπέκει ολαι μας αι πράξεις.
Ας κινηθώμεν λοιπόν μέ εν κοινόν φρόνιμα, oι πλούσιοι ας καταβάλωσιν μέρος της ιδίας περιουσίας, oι ιερoί ποιμένες ας εμψυχώσωσι τον λαόν με το ίδιόν των παράδειγμα, και oι πεπαιδευμένοι ας συμβουλεύσωσιν τα ωφέλιμα. Oι δε εν ξέναις αυλαίς υπουργούντες στρατιωτικοί και πολιτικοί ομογενείς, αποδίδοντες τας ευχαριστίας εις ην έκαστος υπουργεί δύναμιν, ας ορμήσωσιν όλοι εις το ανοιγόμενον ήδη μέγα και λαμπρόν στάδιον, και ας συνεισφέρωσιν εις την πατρίδα τον χρεωστούμενον φόρον, και ως γενναίoι ας ενοπλισθώμεν όλοι άνευ αναβολής καιρού με το ακαταμάχητον όπλον της ανδρείας και υπόσχομαι εντός ολίγου την νίκην και μετ' αυτήν παν αγαθόν. Πoίoι μισθωτοί και χαύνοι δούλοι τολμούν να αντιπαραταχθώσιν απέναντι λαού, πολεμούντος υπέρ της ιδίας ανεξαρτησίας; Μάρτυρες oι ηρωικοί αγώνες των προπατόρων μας. Μάρτυς η lσπανία, ήτις πρώτη και μόνη κατετρόπωσεν τας αηττήτους φάλαγγας ενός τυράννου.
Με την ένωσιν, ώ συμπολίται, με το προς την ιεράν θρησκείαν σέβας, με την προς τους νόμους και τους στρατηγούς υποταγήν, με την ευτολμίαν και σταθηρότητα, η νίκη μας είναι βεβαία και αναπόφευκτος. αυτή θέλει στεφανώση μέ δάφνας αειθαλείς τους ηρωικούς αγώνας μας. αυτή με χαρακτήρας ανεξαλείπτους θέλει χαράξη τα ονόματα ημών εις τον ναόν της αθανασίας, διά το παράδειγμα των επερχομένων γενεών. Η Πατρίς θέλει ανταμείψη τα ευπειθή και γνήσιά της τέκνα με τα βραβεία της δόξης και τιμής. τα δε απειθή και κωφεύοντα εις την τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει αποκηρύξη ως νόθα και ασιανά σπέρματα, και θέλει παραδώση τα ονόματά των, ως άλλων προδοτών, εις τον αναθεματισμόν και κατάραν των μεταγενεστέρων.
Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ώ ανδρείοι, και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος. Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών. Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, oι οποίοι δια να μας αφήσωσιν ελευθέρους επολέμησαν και επέθανον εκεί. Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν του Επαμινώνδου Θηβαίου, και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτονος, oι oπoίoι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν. εις εκείνην του Τιμολέοντος ος τις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους του Λεωνίδου και των Τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαρωτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον με πολλά μικρόν κόπον να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.
Εις τα όπλα λοιπόν, φίλοι, η Πατρίς μας προσκαλεί!


Αλέξανδρος Υψηλάντης
Την 24 του Φεβρουαρίου 1821
Εις το γενικόν στρατόπεδον του Ιασίου



Οι ίδιοι ιστορικοί, συχνά αναφέρονται και στους υποτιθέμενους μύθους που συντηρεί η εκκλησία για τον ρόλο της στην Επανάσταση. Ένας από αυτούς είναι η ύψωση του λαβάρου της επανάστασης από τον Π.Π. Γερμανό στις 25 Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα. Αλλά ο κύριος μύθος είναι η ίδια η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου, διότι κατ’ αυτούς η επανάσταση είχε ξεκινήσει κάποιες μέρες νωρίτερα, ενώ η 25η Μαρτίου επιλέχθηκε μετά από αρκετά χρόνια, μόνον και μόνον για να συνδεθεί η εκκλησία με την επανάσταση, παρ’ όλο που στην αρχή την είχε καταδικάσει και αφορίσει. Ας δούμε όμως κατά πόσο είναι μύθοι ή γεγονότα.


Παλαιών Πατρών Γερμανός

Ο Γερμανός Γκόζιας από την Δημητσάνα ήταν στις αρχές του 1821 ο Επίσκοπος της Πάτρας. Είχε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου Παλαιών Πατρών, διότι εκείνη την εποχή η Υπάτη της Φθιώτιδος ονομαζόταν Νέαι Πάτραι. Δεν ήταν Επίσκοπος Kαλαβρύτων, όπως λανθασμένα τον αναφέρει το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού. Επίσκοπος Κερνίτσης και Καλαβρύτων τις ημέρες εκείνες ήταν ο Προκόπιος, ο οποίος υπογράφει μαζί με τον Γερμανό την προκήρυξη της 26ης Μαρτίου προς τους πρόξενους των Χριστιανικών Δυνάμεων που διέμεναν στην Πάτρα. Στις 8 Μαρτίου o Γερμανός και ο Προκόπιος κλείσθηκαν για αρκετές ημέρες στη Μονή της Αγίας Λαύρας κοντά στα Καλάβρυτα και αφού συσκέφθηκαν με προκρίτους και οπλαρχηγούς αποφάσισαν την κήρυξη της Επαναστάσεως. Ο Π.Π. Γερμανός ευλόγησε, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, στις 17 του Μάρτη, ανήμερα στο πανηγύρι του μοναστηριού, την έναρξη της επανάστασης με την τέλεση δοξολογίας και με την ορκωμοσία των αγωνιστών. Ο Π.Π. Γερμανός λοιπόν βρέθηκε πραγματικά στην Αγ. Λαύρα, όχι όμως στις 25 Μαρτίου αλλά λίγες μέρες νωρίτερα. Ο Γερμανός τα αναφέρει αυτά στα Απομνημονεύματά του. Η Αγ. Λαύρα λοιπόν δεν είναι ούτε ένα ανύπαρκτο γεγονός, ούτε, πολύ περισσότερο, ένας μύθος τον οποίον δημιούργησε η εκκλησία, όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι προοδευτικοί ιστορικοί. Είναι απλώς μια χρονολογική σύγχυση λίγων ημερών, για την δημιουργία της οποίας ούτε 67ο Π.Π. Γερμανός ούτε κάποιος άλλος κληρικός έχει την παραμικρή ευθύνη. Ποιος όμως μίλησε πρώτος για την κήρυξη της επανάστασης στην Αγ. Λαύρα στις 25 Μαρτίου, δημιουργώντας και διαδίδοντας τον σχετικό «μύθο»; O Γάλλος πρόξενος στην Πάτρα Πουκεβίλ, στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως που εξέδωσε το 1824.
Αλλά ακόμα κι αν δεν ευλόγησε τα όπλα της Επανάστασης στις 25 του Μάρτη στην Αγ. Λαύρα, τα ευλόγησε στις 23 του Μάρτη στην Πάτρα, την πρώτη – πρώτη μέρα της επανάστασης (όπως την θέλουν άλλωστε και οι προοδευτικοί ιστορικοί), όπου όρκισε τους Πατρινούς επαναστάτες στην πλατεία του Αγ. Γεωργίου, στον σταυρό τον οποίον ύψωσε εκεί.
Έκανε όμως και κάτι άλλο, ίσως σημαντικότερο. Έστειλε σε εφημερίδες της Δυτικής Ευρώπης την προκήρυξη της Ελληνικής Εθνεγερσίας. Έτσι στην εφημερίδα LE CONSTITUTIONΝEL των Παρισίων, στις 6 Ιουνίου 1821, δημοσιεύεται σε περίληψη η εθνεγερτική ομιλία του Γερμανού, με την οποία καλεί τους συγκεντρωμένους στην Αγία Λαύρα να αποτινάξουν τον Τουρκικό ζυγό. Η εφημερίδα στο τμήμα των εξωτερικών ειδήσεων αναφέρει ότι η ομιλία του Παλαιών Πατρών Γερμανού έγινε προς τον κλήρο και τον λαό που είχε συγκεντρωθεί στην ανδρική Μονή της Λαύρας στο όρος Βελιά της Πελοποννήσου. Στην τελευταία παράγραφο της δημοσιευμένης ομιλίας του ο Γερμανός καλεί τους επαναστάτες να εφορμήσουν προς την Πάτρα έχοντας ως σημαία το σύμβολο του Σταυρού. Η ομιλία φέρεται να έγινε στις 8 Μαρτίου, δηλαδή την ημέρα που άρχισε η σύσκεψη στην Αγία Λαύρα. Να, λοιπόν που μία γαλλική εφημερίδα του 1821 αναφέρεται και στον Γερμανό και στην Λαύρα και στην ύψωση της σημαίας, όλα δηλαδή αυτά που αμφισβητούν οι μεταμοντέρνοι ιστορικοί της εποχής μας. Όλα αυτά φυσικά δεν έγιναν μόνο στις 25 Μαρτίου.
Με αφορμή τα γεγονότα της Αγ. Λαύρας, μπορούμε να παρατηρήσουμε πως η παρουσία του κλήρου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επανάσταση από την πρώτη ημέρα που αυτή ξέσπασε. Έτσι, την ίδια μέρα που ο Π.Π. Γερμανός ευλογούσε τα όπλα στην Πάτρα, στην Καλαμάτα 24 ιερείς και ιερομόναχοι μπροστά στον ναό των Αγ. Αποστόλων ευλόγησαν, ύστερα από μια συγκινητική δοξολογία, τις ελληνικές σημαίες και όρκισαν τους αγωνιστές. Το ίδιο έγινε και στην Ρούμελη από τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα. Επίσης, ο Έλους Άνθιμος, δεν έχανε την ευκαιρία να ευλογεί τα όπλα σε όποια περιοχή κι αν πήγαινε. Το εκπληκτικό όμως είναι πως η Εκκλησία είχε ήδη ευλογήσει την έναρξη της επανάστασης από τον Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία! Πιο συγκεκριμένα, στις 26 Φεβρουαρίου 1821, σε μια μεγαλόπρεπη τελετή, ο μητροπολίτης Ιασίου Βενιαμίν ευλόγησε μέσα στον ναό των Τριών Ιεραρχών την σημαία της επανάστασης και περίζωσε τον Υψηλάντη με το ξίφος του, υπό τον ξέφρενο ενθουσιασμό των στρατιωτών και του πλήθους. Ένα εκπληκτικό γεγονός, που έχει όμως αποκρυβεί εντελώς από τα σχολικά μας βιβλία. Ειδικά αυτή η τελετή του Ιασίου αποδεικνύει περίτρανα πως όχι μόνον δεν είναι μύθος το ότι η εκκλησία ευλόγησε τα λάβαρα και τα όπλα του αγώνα, αλλά ότι η αλήθεια είναι πως τα ευλόγησε από την πρώτη κιόλας μέρα της έναρξής του!


25η Μαρτίου

Η 25η Μαρτίου δεν ορίσθηκε ως ημερομηνία για την έναρξη της επανάστασης το 1838, για να εξυπηρετηθεί η εκκλησία και τα όποια ιδιοτελή συμφέροντά της, όπως ισχυρίζονται με τόση βεβαιότητα οι… ειδικοί, αλλά το 1820 από τον ίδιο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη! Θα το ήξεραν αυτό βέβαια, αν είχαν διαβάσει τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του 1821 ή την Ιστορία του Σπυρίδωνος Τρικούπη.
Και γιατί ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επέλεξε αυτήν ειδικά την ημερομηνία για τον ξεσηκωμό του γένους, και όχι οποιανδήποτε άλλη; Μα ακριβώς επειδή συνέπιπτε με την γιορτή του Ευαγγελισμού, στην οποία γιορτή ο Υψηλάντης ήθελε να δώσει μια καινούργια συμβολική σημασία για το έθνος, «ως ευαγγελιζομένην την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους». Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως Εθνική Επέτειος επειδή οι ίδιοι οι επαναστάτες ήθελαν να συνδέσουν την Ελευθερία με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, την Ορθοδοξία με την Πατρίδα.
Γι’ αυτό και ο Κολοκοτρώνης είχε πάρει ήδη από το 1820 γράμματα από τον Υψηλάντη, με τα οποία εκείνος τον πληροφορούσε ότι η ημέρα του ξεσηκωμού θα ήταν η 25η Μαρτίου, ώστε να είναι μέχρι τότε έτοιμος. Και από εκείνη την στιγμή μέχρι τον Μάρτη ο Κολοκοτρώνης, πιστός στον μεγάλο αρχηγό, πραγματικά μηνούσε σ’ όλον τον Μοριά «…την ημέραν του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθή».
Έτσι, η 25η Μαρτίου 1821 έγινε από τότε, για όλους τους ραγιάδες, η προσδιορισμένη ημέρα. Γι’ αυτό και στην σύσκεψη της Βοστίτσας αυτή η ημερομηνία ανακοινώθηκε από τον Παπαφλέσσα ως η ημερομηνία για τον ξεσηκωμό, αυτή και στην σύσκεψη των οπλαρχηγών της Ρούμελης, στην Λευκάδα. Τους πρόλαβαν όμως τα γεγονότα, και τελικά η επανάσταση ξεκίνησε λίγες μέρες νωρίτερα.


Αυτή η ιστορική παρεξήγηση που δημιουργήθηκε, σχετικά με τα γεγονότα της Αγ. Λαύρας, είναι τόσο σημαντική για τους νεοέλληνες ώστε να φτάνουν στο σημείο να γράφουν για πλαστογράφηση της ιστορίας; Τα υπόλοιπα γεγονότα που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης δεν μετράνε; Άλλωστε πολλοί από τους ήρωες της Επανάστασης, ζούσαν το 1838 στην πρώτη «επίσημη» επέτειο. Όχι μόνο δεν αντέδρασαν, αλλά γιόρτασαν μαζί με όλους τους Έλληνες. Είναι πράγματι σημαντικό να γνωρίζουμε τα ακριβή ιστορικά γεγονότα. Ακόμα πιο σημαντικό όμως είναι να μη κάνουμε αυθαίρετες γενικεύσεις και να μη χρησιμοποιείται η ιστορία για ιδιοτελείς πολιτικούς σκοπούς. Αρκετά όμως ασχοληθήκαμε μ’ αυτούς. Ίσως αυτό να θέλουν και οι ίδιοι, να ασχολούμαστε με τα επιμέρους γεγονότα και να χάνουμε την ουσία, που είναι το μήνυμα που στέλνει η 25η Μαρτίου του 1821 σε ολόκληρο τον Ελληνισμό και ιδίως στην ελληνική νεολαία. Στρέφουμε ευγνώμονα την σκέψη μας προς τους αγωνιστές της Επανάστασης, τιμούμε την μνήμη τους και φρονηματιζόμαστε από το έργο και τη θυσία τους. Άσβεστη πρέπει να μείνει στην μνήμη και στην ψυχή του Έθνους η πίστη του Κολοκοτρώνη στην ελευθερία. Αντιλαλεί ακόμα η βροντερή προσταγή του σε κάθε λιπόψυχο: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».


* Πηγή για τα αποσπάσματα των Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη και Υψηλάντη, αποτέλεσε η ιστοσελίδα «apoellas».

Σαν δυο φωτάκια στην σκοτεινή νύχτα

Καλημέρα. Μεγάλωσα με μια αγάπη για το περιβάλλον. Για το πράσινο, τους νόμους της φύσης, την μαγεία των χρωμάτων και αρωμάτων.
Μου άρεσε να μαθαίνω διαφορετικά βότανα, να ξεχωρίζω είδη λουλουδιών και να παρακολουθώ τα έντομα και τα άλλα ζώα σε ένα φυσικό περιβάλλον. Μαγευόμουν από περιοχές της Ελλάδας με δάση, ποτάμια, θάλασσα. Ένιωθα την αρμονία της φύσης και πως άνηκα και εγώ σε αυτή.
Πολλά δάση κάηκαν τα τελευταία χρόνια. Κυρίως το 2007. Ποιος ευθύνεται ως εμπρηστής δεν μπορώ να ξέρω. Ξέρω όμως ποιος ευθύνεται για την μη αποκατάσταση των καμένων εκτάσεων. Προφανώς αυτός που έχει εκλεγεί για τον σκοπό αυτό. Και φυσικά εσύ. Εσύ που τον έχεις επιλέξει. Εσύ που δεν ξεσηκώθηκες τόσο καιρό στα οικολογικά προβλήματα. Εσύ που πετάς τα σκουπίδια σου από το παράθυρο του αυτοκινήτου. Εσύ που δεν απάιτησες ποιότητα ζωής στα ΜΜΜ. Εσύ που ανέχεσαι να στοιβάζεσαι στην πρωτεύουσα.Εσύ που δεν έκανες τίποτα για να αλλάξει η εικόνα από μπετόν στην πόλη σου.
Πόσα στρέμματα κάηκαν τα τελευταία 10 χρόνια; Πόσα από αυτά θα ξαναγίνουν δάσος; Μπορεί κάποιος πολιτικός υπεύθυνα να πει ποιες εκτάσεις κάηκαν και ποια είναι η πορεία τους μετά τις πυρκαγιές; Δεν μπορούν. Ούτε εσύ μπορείς. Μπορείς όμως να μου προτείνεις το Σάββατο να κλείσω τα φώτα... Για οικολογική αφύπνιση. Μάλλον για ύπνωση.
Αυτό το Σάββατο θα έχω μάλλον τα φώτα ανοιχτά..

Εντάξει μπορεί να μη προκαλέσω τόσο. Θα αφήσω συμβολικά μια λάμπα αναμμένη και θα φύγω από το σπίτι για να μη μπω στον πειρασμό.