1η Απριλίου 1955. Ο ένοπλος Αγώνας των Ελλήνων της Κύπρου ενάντια στη Βρετανική Αυτοκρατορία είναι γεγονός. Οι Άγγλοι αιφνιδιάστηκαν. Διαβάζοντας τις προκηρύξεις της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών), νόμιζαν ότι ήταν ένα πρωταπριλιάτικο αστείο. Σύντομα διαψεύστηκαν. Η τετραετής εποποιία της Κύπρου μόλις ξεκινούσε. Ο Απελευθερωτικός πόθος του Κυπριακού Ελληνισμού θα οδηγήσει μετά από πέντε χρόνια στην απελευθέρωση της Κύπρου από τον αγγλικό ζυγό.
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του Κυπριακού λαού που γινόταν οργανωμένη επανάσταση κατά του κατακτητή. Βέβαια, σ' όλο το διάστημα της Αγγλοκρατίας (από το 1878), οι Κύπριοι εξέφραζαν τα εθνικά τους αισθήματα και διαδήλωναν τον πόθο τους για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα με υπομνήματα, τηλεγραφήματα, συλλαλητήρια και αποστολή πρεσβειών στο Λονδίνο. Συνέπεια όλων, συλλήψεις, φυλακίσεις, εκτοπισμοί, απελάσεις και χρηματικά πρόστιμα σε Έλληνες Κυπρίους. Οι ελπίδες τους για Ένωση, αναπτερώθηκαν με τη συμμετοχή της Ελλάδας στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Άγγλων και τις υποσχέσεις τους για την Κύπρο. Οι αρνητικές απαντήσεις των Άγγλων δεν έκαμψαν το φρόνημα των Κυπρίων, οι οποίοι όλο και πιο ενεργά απαιτούσαν την Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. Η ενεργή συμμετοχή όλου του λαού κορυφώθηκε, με τη διεξαγωγή από την εκκλησία της Κύπρου του δημοψηφίσματος της 15ης Ιανουαρίου 1950, κατά το οποίο το 95,7% των Κυπρίων ψήφισαν ενυπόγραφα την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν το δέχτηκαν οι Άγγλοι ενώ τόνισαν ότι το ζήτημα της Ένωσης ήταν κλειστό. Οι διπλωματικοί ελιγμοί του Μακαρίου συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια, με τη μεταφορά του Κυπριακού θέματος στα Ηνωμένα Έθνη προς συζήτηση και με τη διεξαγωγή νέου δημοψηφίσματος από μέρους της κυβέρνησης. Οι αρνητικές απαντήσεις διαδέχονταν η μια την άλλη. Στις 28 Ιουλίου 1954, στη συζήτηση για το Κυπριακό στη Βουλή των Κοινοτήτων, ο Υφυπουργός Αποικιών της Βρετανίας Χένρυ Χόπκινσον υποστήριξε ότι η Κύπρος είναι περιοχή με στρατηγική αξία και γι’ αυτό ουδέποτε θα εφαρμοστεί η αρχή της αυτοδιάθεσης. Η Ελλάδα δεν έμεινε απαθής. Με αίτηση της στον ΟΗΕ, ζήτησε την «Εφαρμογή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών εις την περίπτωση του λαού της Κύπρου». Όμως στις 17 Δεκεμβρίου 1954 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ απέρριψε την αίτηση της Ελλάδας.
Διπλωματική λύση στο Κυπριακό φαινόταν ανέφικτη. Η καταπίεση και η τρομοκρατία εντάθηκαν δραματικά. Οι Κύπριοι, συνειδητοποιώντας ότι οι Βρετανοί δεν πρόκειται να επιτρέψουν την Ένωση με την Ελλάδα, άρχισαν να προετοιμάζονται για ένοπλο αγώνα. Κατενόησαν, ότι μόνο η ένοπλη σύγκρουση ήταν αυτή που θα μπορούσε να οδηγήσει στο πολυπόθητο αποτέλεσμα. Στην Αθήνα σχηματίστηκε μια δωδεκαμελής Επιτροπή Ελλαδιτών και Κυπρίων, η οποία αποφάσισε την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Πρόεδρος της Επιτροπής ορίστηκε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’, ο οποίος ενεργούσε ως πολιτικός αρχηγός του Αγώνα, τον οποίο και χρηματοδοτούσε. Η Επιτροπή διόρισε ένα από τα μέλη της, τον Γεώργιο Γρίβα «Διγενή», στρατιωτικό αρχηγό του Αγώνα, ο οποίος ήταν συνταγματάρχης εν αποστρατεία και διέθετε πλούσια στρατιωτική πείρα, κυρίως σε θέματα τακτικής ανταρτοπολέμου (πολέμησε στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και στην κατοχή ίδρυσε την οργάνωση»Χ»). Ο Γρίβας ήξερε ότι αναλάμβανε πολύ δύσκολο έργο, αλλά είχε ισχυρή θέληση και απόλυτη πίστη στον σκοπό του Αγώνα. Κατάρτισε στην Αθήνα γενικό σχέδιο δράσης, το οποίο έθεσε σε εφαρμογή αμέσως μετά τη μυστική άφιξή του στις ακτές της Πάφου το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου 1954. Ξεκίνησε λοιπόν την προπαρασκευή του Αγώνα, με μυήσεις μελών από οργανώσεις νεολαίας και την εκπαίδευση των αντάρτικων ομάδων που τις αποτελούσαν νέα παιδιά τα οποία ουδέποτε ασχολήθηκαν με όπλα και βόμβες. Ταυτόχρονα ο Αρχιεπίσκοπος, ενέπνεε τον κόσμο με πύρινες ομιλίες και παρότρυνε τη νεολαία σε κινητοποιήσεις. Χαρακτηριστική είναι η ορκομωσία της Φανερωμένης στις 28 Αυγούστου 1954, όταν ο Μακάριος όρκισε το λαό για αγώνα «άνευ υποχωρήσεων, άνευ παραχωρήσεων, άνευ συμβιβασμού». Ο Γρίβας φρόντισε για τα πρώτα όπλα και πυρομαχικά. Φορτία έφταναν μυστικά με πλοία από την Ελλάδα, με πλοία της γραμμής Πειραιά-Λεμεσού, με το ταχυδρομείο της Πάφου και άλλους τρόπους. Οι μαχητές της ΕΟΚΑ εφοδιάζονταν με τα κυνηγετικά των Ελληνοκυπρίων, ενώ αργότερα με όπλα από τις επιθέσεις σε αστυνομικούς σταθμούς και από τους νεκρούς Άγγλους στρατιώτες. Επίσης κατασκευάζονταν αυτοσχέδιες ωρολογιακές βόμβες, νάρκες και άλλο πολεμικό υλικό.
Ο όρκος των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α.
«Ορκίζομαι εις το όνομα της Αγίας Τριάδος ότι:
1.- Θα αγωνισθώ με όλας μου τας δυνάμεις διά την απελευθέρωσιν της Κύπρου από τον Αγγλικόν ζυγόν, θυσιάζων και αυτήν την ζωήν μου.
2.- Δεν θα εγκαταλείψω τον αγώνα υπό οιονδήποτε πρόσχημα παρά μόνον όταν διαταχθώ υπό του Αρχηγού της Οργανώσεως και αφού εκπληρωθή ο σκοπός του αγώνος.
3.- Θα πειθαρχήσω απολύτως εις τας διαταγάς του Αρχηγού της Οργανώσεως και μόνον τούτου.
4.- Συλλαμβανόμενος θα τηρήσω απόλυτον εχεμύθειαν τόσον επί των μυστικών της Οργανώσεως όσον και επί των ονομάτων των συμμαχητών μου, έστω και εάν βασανισθώ δια να ομολογήσω.
5.- Δεν θα ανακοινώ εις ουδένα διαταγήν της Οργανώσεως ή μυστικόν το οποίον περιήλθεν εις γνώσιν μου παρά μόνον εις εκείνους δι΄ούς έχω εξουσιοδότησιν υπό του Αρχηγού της Οργανώσεως.
6.- Τας πράξεις μου θα κατευθύνη μόνον το συμφέρον του αγώνος και θα είναι απηλλαγμέναι πάσης ιδιοτελείας ή κομματικού συμφέροντος.
7.- Εάν παραβώ τον όρκον μου θα είμαι ΑΤΙΜΟΣ και άξιος πάσης τιμωρίας»
Υπογραφή μυουμένου
Τη νύχτα της 31ης Μαρτίου προς την 1η Απριλίου, 30 λεπτά μετά τα μεσάνυκτα, οι ομάδες της ΕΟΚΑ έδρασαν με επιτυχία. Εκκωφαντικές εκρήξεις συγκλόνισαν τη Λευκωσία, τη Λάρνακα, τη Λεμεσό, φυλλάδια γέμισαν τους δρόμους καλώντας τους Έλληνες της Κύπρου να ξεσηκωθούν, μαθητές χύθηκαν στους δρόμους με τις γαλανόλευκες. Την ίδια μέρα κυκλοφόρησε η πρώτη προκήρυξη του Διγενή.
Η Προκήρυξη του Αγώνα
Οι δολιοφθορές σε κυβερνητικά κτήρια, αστυνομικούς σταθμούς και στρατιωτικές εγκαταστάσεις συνεχίστηκαν σ' όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Η ΕΟΚΑ με τη δράση της προξενούσε υλικές ζημιές και θύματα μεταξύ των Άγγλων. Ο Κυβερνήτης της Κύπρου, για ν' αντιμετωπίσει την ΕΟΚΑ, στις 15 Ιουλίου 1955, έθεσε σε ισχύ τον νόμο περί προσωποκρατήσεως, που έδινε το δικαίωμα στις δυνάμεις ασφαλείας να συλλαμβάνουν οποιονδήποτε πολίτη θεωρούσαν ύποπτο για παράνομες ενέργειες και να τον εγκλείουν στη φυλακή, στο φρούριο της Κερύνειας ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για ακαθόριστο χρονικό διάστημα χωρίς δίκη. Οι Άγγλοι μετέφεραν στο νησί περισσότερα στρατεύματα ενώ κύριος στόχος τους ήταν να κάμψουν το φρόνημα του Κυπριακού Ελληνισμού χρησιμοποιώντας κάθε είδους τρομοκρατία. Συλλάμβαναν μαθητές του δημοτικού και του γυμνασίου γιατί κρατούσαν Ελληνικές σημαίες, βεβήλωναν ναούς, όπως το ναό της Παναγίας του Μαχαιρά, έκλειναν σχολεία, άνοιγαν στρατόπεδα συγκεντρώσεως, μετέφεραν αγωνιστές σε φυλακές της Αγγλίας και όλα αυτά πάντοτε με την αγαστή συνεργασία των τουρκοκυπρίων. Πίστευαν ότι με το «διαίρει και βασίλευε» μπορούσαν να επικρατήσουν και γι' αυτό απ' την αρχή του αγώνα χρησιμοποίησαν τους Τουρκοκύπριους. Οι τελευταίοι οργανώθηκαν και άρχισαν την τρομοκρατία εναντίον του άμαχου Ελληνικού στοιχείου της Κύπρου. Κατέστρεφαν, λεηλατούσαν, πυρπολούσαν ναούς, μέχρι και σφαγές αθώων ανθρώπων διέπραξαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 12/6/1958 οι Τουρκοκύπριοι, ειδοποιημένοι από τους 'Άγγλους, έσφαξαν 8 άοπλους Ελληνοκύπριους μέσα σ' ένα χωράφι, υπό τα απαθή βλέμματα των 'Άγγλων στρατιωτών, οι οποίοι τους είχαν συλλάβει προηγουμένως. Η τρομοκρατία, οι εξορίες, τα βασανιστήρια, οι αγχόνες, όχι μόνον δεν έκαμψαν την επιθυμία των Κυπρίων για αγώνα, απεναντίας ατσάλωναν το φρόνημά τους και η ορμή, ιδιαιτέρως της νεολαίας, υπήρξε ασυγκράτητη.
Στο μεταξύ, εμφανίζονται οι πρώτες αντιθέσεις προς τον ανταρτοπόλεμο από μέρους της Εκκλησίας. Στις 3 Οκτωβρίου 1955 ο Αγώνας μπαίνει σε νέα φάση, καθώς ο κυβερνήτης Άρμιτεϊτζ αντικαταστάθηκε από τον Σερ Τζων Χάρντινγκ, αρχηγό του Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου Στρατού. Ο Χάρντινγκ ήρθε αποφασισμένος να συντρίψει την ΕΟΚΑ. Κήρυξε την Κύπρο σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και θέσπισε κανονισμούς, που προνοούσαν ποινή θανάτου για όσους μετέφεραν ή χρησιμοποιούσαν όπλα, βόμβες ή εκρηκτικές ύλες. Τα μέτρα όμως αυτά δεν κατάφεραν να εκφοβίσουν τον Ελληνικό Κυπριακό λαό. Ο Χάρντινγκ, παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που γίνονταν για τη συντριβή της ΕΟΚΑ, άρχισε συνομιλίες με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο για πολιτική διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος. Οι συνομιλίες άρχισαν στις 4 Οκτωβρίου 1955 και έληξαν στις 11 του ίδιου μήνα λόγω διαφωνιών. Νέος γύρος συνομιλιών στις 9 Ιανουαρίου 1956. Και πάλι οι θέσεις των δυο ανδρών ήταν διαφορετικές. Στις 29 Φεβρουαρίου 1956 πραγματοποιήθηκε συνάντηση Μακάριου-Χάρντινγκ στην οποία πήρε μέρος και ο Βρετανός Υπουργός Αποικιών Λέννοξ Μπόυντ. Οι Άγγλοι εισηγούνταν την παροχή αυτοκυβέρνησης στον Κυπριακό λαό για αόριστο χρονικό διάστημα, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος επέμενε να οριστεί χρόνος για την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης. Έτσι οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε ναυάγιο. Ο Αρχιεπίσκοπος στις 6 Μαρτίου διακήρυξε: «Εν ουδεμιά περιπτώσει θα υποστείλωμεν την σημαίαν της αυτοδιαθέσεως». Όμως στις 9 Μαρτίου 1956, ο Μακάριος συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, από το οποίο θα μετέβαινε στην Αθήνα για συνομιλίες με την Ελληνική Κυβέρνηση. Την ίδια μέρα συνελήφθησαν ο Μητροπολίτης της Κυρηνείας Κυπριανός, ο Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου, Πρωθιερέας του ναού Φανερωμένης και ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης, Γραμματέας της Μητρόπολης Κερύνειας. Και οι τέσσερις εξορίστηκαν στις Σεϋχέλλες.
Στην Κύπρο ακολούθησε περίοδος στρατοκρατίας. Οι Άγγλοι επιδίδονταν σε βανδαλισμούς εις βάρος του ελληνικού πληθυσμού. Η ΕΟΚΑ εξαπέλυε παντού σφοδρές επιθέσεις. Την 21η Μαρτίου 1956 ο θαλαμηπόλος του Χάρντινγκ τοποθέτησε ωρολογιακή βόμβα στο κρεβάτι του Κυβερνήτη, η οποία λόγω κλιματολογικών συνθηκών δεν εξερράγη και ανακαλύφθηκε την επόμενη μέρα Ο Χάρντινγκ αρχίζει επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας σε ολόκληρη την Κύπρο, συμπεριλαμβανομένης της καύσης δασών. Οι Βρετανοί προπαγάνδιζαν ότι το μόνο που εμπόδιζε τη λύση του Κυπριακού ήταν ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ. Τότε ο Στρατηγός Γρίβας με προκήρυξη, κηρύσσει εκεχειρία, το βράδυ της 16 Αυγούστου 1956. Οι κατακτητές, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός, προέβησαν σε προκήρυξη εθελοντικής παράδοσης όσων συμμετείχαν στον αγώνα για να τους δοθεί αμνηστία. Στις 19 Ιουνίου 1957, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος σε συνέντευξή του στην Αθήνα σε Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους κατήγγειλε τα βασανιστήρια των Άγγλων στην Κύπρο, ανέφερε συγκεκριμένες περιπτώσεις και ζήτησε τη διενέργεια αμερόληπτης διεθνούς έρευνας. Οι καταγγελίες του προκάλεσαν παγκόσμια συγκίνηση. Έτσι, αρχίζει πάλι η δράση της ΕΟΚΑ, μέχρι τις 14 Μαρτίου 1957, οπότε και κηρύσσεται η δεύτερη εκεχειρία, που ήταν το επακόλουθο της συζήτησης του Κυπριακού στον ΟΗΕ.
Στις 22 Οκτωβρίου 1957, ο Χάρντινγκ υπέβαλε την παραίτησή του και αναχώρησε από την Κύπρο στις 4 Νοεμβρίου. Στις 3 Δεκεμβρίου ανέλαβε τα καθήκοντά του ο νέος Κυβερνήτης Σερ Χιου Φουτ, Κυβερνήτης προηγουμένως της Τζαμάικα. Τον Μάρτιο του1958, ο Διγενής ύψωσε τη σημαία της παθητικής αντίστασης. Με προκήρυξή του κάλεσε τον Κυπριακό λαό να μποϋκοτάρει τα αγγλικά προϊόντα και να υποστηρίζει τα εγχώρια. Με το οικονομικό μποϋκοτάζ κατά των Άγγλων η Αποικιοκρατική Κυβέρνηση είχε ζημιές δέκα περίπου εκατομμυρίων λιρών. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, η κατάσταση στην Κύπρο επιδεινώνεται. Οι δυνάμεις ασφαλείας συνεχίζουν τις επιχειρήσεις τους για καταστολή της «τρομοκρατίας», όπως αποκαλούν τη δράση της ΕΟΚΑ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση στο χωριό Αυγόρου. Στις 5 Ιουλίου συλλαμβάνουν και κακοποιούν ένα παιδί. Οι γυναίκες του χωριού ορμούν και το ελευθερώνουν. Η συμπλοκή γενικεύεται. Οι στρατιώτες πυροβολούν εναντίον των αμάχων του χωριού. Φονεύονται ο Παναγιώτης Ζαχαρία και η Λουκία Παπαγεωργίου, έγκυος και μητέρα έξι παιδιών. Ο Διγενής όμως συνεχίζει να χτυπά τους Άγγλους αποτελεσματικά. Οι Τουρκοκύπριοι βεβηλώνουν ναούς, καίνε εικόνες, διαπράττουν βιαιοπραγίες και δολοφονούν Ελληνοκυπρίους στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Ο Φουτ επιβάλλει κατ’ οίκον περιορισμό από τις 7.00 μ.μ. μέχρι τις 7.00 π.μ. για ένα μήνα. Στο διάστημα αυτό συλλαμβάνονται 2.000 περίπου Ελληνοκύπριοι με τη δικαιολογία ότι συμπαθούν την ΕΟΚΑ.
Στις 19 Ιουνίου 1958, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Μακ Μίλλαν ανακοίνωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων συνεταιριστικό σχέδιο για πολιτική διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος. Οι Άγγλοι προσπαθούν να το επιβάλουν από την 1η Οκτωβρίου με την υποστήριξη της Τουρκίας. Το απορρίπτουν η Ελληνική Κυβέρνηση, ο Κυπριακός λαός, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Διγενής, ο οποίος σε φυλλάδιό του διακήρυξε: «Δεν θα υποκύψωμεν εις την αγγλοτουρκικήν συνωμοσίαν του συνεταιρισμού. Δεν δεχόμεθα συμβιβασμούς. Ζητούμεν καθαράν αυτοδιάθεσιν». Ο Κυπριακός Αγώνας έφτανε στο τέλος του. Στις 25 Νοεμβρίου 1958, άρχισε η συζήτηση του Κυπριακού στον ΟΗΕ. Τελικά ψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 5 Δεκεμβρίου το σχέδιο του Μεξικού «περί ειρηνικής, δημοκρατικής και δικαίας λύσεως του Κυπριακού, συμφώνως προς τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Όμως παρόλο τον αγώνα και τις θυσίες των Κυπρίων, ο πόθος τους για την Ένωση δεν ευοδώθηκε. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις ακολουθούσαν την πολιτική της προσφυγής στον Ο.Η.Ε. Ο Αγώνας τερματίστηκε τον Φεβρουάριο του 1959 με την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου. Μ’ αυτές τις Συμφωνίες, η κυβέρνηση Καραμανλή κατάφερε να καταστήσει την Τουρκία εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου, η οποία Τουρκία είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμά της στην Κύπρο, υπέρ των Βρετανών. Αυτές οι συμφωνίες είναι που δημιούργησαν τα αξεπέραστα προβλήματα στην επιβίωση της νεοϊδρυθείσας το 1960 Κυπριακής Δημοκρατίας και οδήγησαν μετέπειτα στην εισβολή του Αττίλα το 1974. Τα νέα παιδιά της Κύπρου έπραξαν όπως έπρεπε την κρίσιμη ώρα. Επέλεξαν την οδό του μαρτυρίου και της θυσίας για να υπερασπιστούν την πατρίδα τους. Μια στρατιά Ελλήνων στους οποίους υποκλινόμαστε με σεβασμό που θυσιάστηκαν για την ιδέα της Ελλάδος. Ο ελληνισμός σήμερα έχει ανάγκη το φρόνημα εκείνης της αθάνατης εποχής.
Ήρωες της Ε.Ο.Κ.Α.
Πεσόντες
Αβρααμίδης Ανδρέας, Αναξαγόρου Κώστας, Αναστάση Γεώργιος, Αναστάση Γιακουμής, Αναστάση Δημητράκης, Βλάμη Ανδρέας, Γιωργάλλας Μιχαήλ, Γεωργιάδης Παναγιώτης, Γεωργίου Ανδρέας από τη Διερώνα, Γεωργίου Ανδρέας από την Αναρίρα, Γιάλλουρος Πετράκης, Δημητριάδης Δημητράκης, Δράκος Μάρκος, Επιφανίου Ανδρέας, Ευαγόρου Νίκος, Ζάνου Σάββας, Ζαχαρία Παναγιώτης, Ζήνωνος Θεόδωρος, Ηλιάδης Πέτρος, Ηροδότου Δήμος, Θεοφάνους Νίκος, Ιωάννου Νικόλας, Καΐλη Μιχαήλ, Καλαϊτζής Χαράλαμπος, Καννάουρος Χριστόδουλος, Καραντώνης Νίκος, Κάρυος Γεώργιος, Κάσπης Παναγιώτης, Κατελάρης Παντελής, Κέλης Χρίστος, Κόκκινος Πάτροκλος, Κολοκάσης Κυριάκος, Κουκκής Μιχαήλ, Κυπριανού Πετράκης, Κωνσταντίνου Αλέκος, Λένας Στυλιανός, Λοΐζου Κώστας, Μιχαήλ Γεώργιος, Μιχαήλ Χαράλαμπος, Μούσκος Χαράλαμπος, Μυλωνάς Χρύσανθος, Νικολάου Ιωνάς, Νικολάου Μιχαήλ, Ξενοφώντος Ευστάθιος, Ονησιφόρου Ανδρέας, Παναγή Βάσος, Παναγίδης Χριστοφής, Παντελή Μόδεστος, Παπαβερκίου Γεώργιος, Παπαγεωργίου Λουκία, Παπαχριστοφόρου Ευαγόρας, Παρασκευά Ανδρέας, Παρίδης Μιχαήλ, Πατσαλίδης Ανδρέας, Πεττεμερίδης Χαράλαμπος, Ροτσίδης Σάββας, Σάββα Μιχαλάκης, Σακκά Καλλής, Σουρουκλής Ανδρέας, Σουρουλάς Αναστάσιος, Σοφοκλέους Τάκης, Στυλιανίδης Στάυρος, Στυλιανού Γεώργιος, Στυλιανού Μιλτιάδης, Στυλλή Γιαννής, Συμεού Παναγιώτης, Τουμάζου Παναγιώτης, Τουμάζου Τουμάζος, Τσαγκάρης Σωτήριος, Τσιάρτας Χρίστος, Φιλιππίδης Χαράλαμπος, Φραντζέσκου Αρτέμος, Χαραλάμπους Αριστείδης, Χαραλάμπους Γεώργιος από την Κυπερούντα, Χαραλάμπους Γεώργιος από τον Άγιο Επιφάνιο Σολέας, Χαραλάμπους Δημήτριος, Χατζηθεοδοσίου Γιασουμής, Χατζηιωνάς Ιωνάς, Χριστοδουλίδης Ιάκωβος, Χριστοδούλου Δημήτριος.
Ολοκαυτώματα
Αυξεντίου Γρηγόρης, Κάρυος Ανδρέας, Μάτσης Κυριάκος, Παπακυριακού Ηλίας, Πίττας Φώτης, Σαμάρας Χρίστος.
Απαγχονισθέντες
Δημητρίου Ανδρέας, Ζάκος Ανδρέας, Καραολής Μιχαλάκης, Κουτσόφτας Μιχαήλ, Μαυρομάτης Στέλιος, Παναγίδης Ανδρέας, Παλληκαρίδης Ευαγόρας, Πατάτσος Ιάκωβος, Χαρίλαος Μιχαήλ.
Θανόντες στη Διάρκεια Βασανιστηρίων
Αλεξάνδρου Βασίλης, Γεωργίου Νίκος, Γιάγκου Νικόλαος, Λουκά Λουκάς, Νικολάου Γεώργιος, Ξενοφώντος Πρόδρομος, Παναγιώτου Ανδρέας, Στυλιανού Πλάτων, Τριταίος Στέλιος, Χατζηγιακουμής Σπύρος, Χατζηθεοδοσίου Θεοδόσης, Χριστοφόρου Γεώργιος, Χρυσοστόμου Παναγιώτης.
Θύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ
Αβραάμ Γεώργιος, Αγαθοκλέους Σταύρος, Αντωνιάδης Κώστας, Αντωνιάδης Παύλος, Ασσιώτης Ανδρέας, Γεωργίου Δημήτριος, Γεωργίου Χριστοφής, Γιάγκου Νίκη, Γρηγορίου Ανδρέας, Δημητριάδης Κυριάκος, Δημητρίου Απόστολος, Διομήδους Παναγιώτης, Εγγλέζος Χριστόδουλος, Ζαχαριάδου Ιωάννα, Ζαχαρίας Σταύρος, Ζένιου Ευτυχία, Θυμοπούλου Αγνή, Καραολής Κυριάκος, Κοτζιάμπασης Κωνσταντής, Κούσπαρος Χαράλαμπος, Κυπριανού Μιχαήλ, Κυπριανού Κυριάκος, Κυριακίδης Κούλλης, Κωνσταντινίδου Όλγα, Κωνσταντίνου Θεόδωρος, Κωφού Μιχαλάκης, Λοϊζου Ανδρέας από τη Λακατάμια, Λοϊζου Ανδρέας από τη Λάπηθο, Μαρίνου Γαβριήλ, Μπάκας Κυριάκος, Νικόλα Αργυρός, Νίκου Φίλιππος, Οικονόμου Μαρία, Παναγή Αντώνιος, Πιστέντης Χαρίλαος, Ποταμίτης Νικόλαος, Πουμπουρής Σάββα Κώστας, Σάββα Αυγουστής, Σάββα Χριστόδουλος, Στεφανίδης Γιαννάκης, Στρούθου Σωτήριος, Τουμάζου Γεώργιος, Τσάρος Παναγιώτης, Χαπέσης Παναγιώτης, Χαραλάμπους Κύρου Χρίστος, Χατζηαντωνίου Χριστόδουλος, Χατζηευαγγέλου Σωκράτης, Χατζηχαραλάμπους Κυριάκος, Χριστοδούλου Κυριάκος ή Κυριάκου Χαράλαμπος από το Σαράντι, Χριστοφή Χαράλαμπος.
* Πηγή για τα ονόματα, η ιστοσελίδα του Συμβουλίου Ιστορικής Μνήμης Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-1959 (Σ.Ι.Μ.Α.Ε).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου